Γιάσνα Γιόκιτς Κακαβούλη - Ρευματολόγος Κατερίνη
Το ιατρείο λειτουργεί ΚΑΤΟΠΙΝ ΡΑΝΤΕΒΟΥ: καθημερινά τις πρωινές ωρες καθώς και Δευτέρα/Τρίτη/Πέμπτη τις απογευματινές ώρες
Αντικείμενο Ιατρείου:
Οστεοπόρωση, Αυτοάνοσα νοσήματα
Αυχενικό σύνδρομο, Οσφυαλγία
Οστεοαρθρίτιδα, Φλεγμονώδεις αρθρίτιδες
Επώδυνα Σύνδρομα (Περιαρθρίτιδες, Επικονδυλίτιδες)
Διαγνωστική Υπερηχοτομογραφία στίς παθήσεις του μυοσκελέτικού συστήματος
ΓΕΝΙΚΑ:
Ρευματολογία είναι ο κλάδος της Ιατρικής που ασχολείται με τη μελέτη, την έρευνα, τη διάγνωση, την πρόληψη και τη θεραπεία των ρευματικών παθήσεων, δηλ. των μη τραυματικών και μη χειρουργικών παθήσεων του μυοσκελετικού συστήματος, που είναι οι παθήσεις των αρθρώσεων, τενόντων, μυών, ορογόνων θυλάκων, οστών και της σπονδυλικής στήλης.
Eχει αναδειχθεί, δυστυχώς, ότι η έννοια των ρευματικών παθήσεων δεν είναι γνωστή στον περισσότερο κόσμο, ούτε είναι διαδεδομένη στο βαθμό που θα έπρεπε, προκειμένου να συμβάλλει αποτελεσματικά στην έγκαιρη διάγνωση και επομένως στη σωστή θεραπευτική αντιμετώπιση αυτών των παθήσεων.
Ρευματικές παθήσεις, λοιπόν, είναι οι μη τραυματικές και μη χειρουργικές παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος (των αρθρώσεων, των τενόντων, των συνδέσμων, των ορογόνων θυλάκων, των μυών, των οστών και της σπονδυλικής στήλης καθώς και οι παθήσεις του συνδετικού ιστού). Ορισμένες ρευματικές παθήσεις, όπως - οι λεγόμενες αυτοάνοσες ρευματικές παθήσεις, δεν περιορίζονται μόνο στο μυοσκελετικό σύστημα, αλλά προσβάλλουν και άλλα όργανα και συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού, όπως π.χ. το δέρμα, τα μάτια, τους νεφρούς, τους πνεύμονες, την καρδιά, τα αγγεία (αρτηρίες φλέβες, τριχοειδή) , το ήπαρ, το κεντρικό και το περιφερικό νευρολογικό σύστημα (τον εγκέφαλο και τα περιφερικά νεύρα) κ.λπ.
Οι ρευματικές παθήσεις μπορούν να εκδηλωθούν ως: Οξείες (με αιφνίδια έναρξη και θορυβώδη συμπτώματα), Υποτροπιάζουσες (όπου εναλλάσσονται τα διαστήματα εξάρσεων πόνου με μεσοδιαστήματα ύφεσης – χωρίς συμπτώματα) ή και Χρόνιες.
Οξείες ρευματικές παθήσεις κατά κανόνα, υποχωρούν με την κατάλληλη θεραπεία μέσα σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες. Τέτοιες παθήσεις είναι π.χ. παθήσεις εξωαρθρικού ρευματισμού (οι τενοντοελυτρίτιδες, οι ενθεσοπάθειες, οι ορογονοθυλακίτιδες, το σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα κ.λπ). η μεμονωμένες κρίσεις των κρισταλλογενών αρθριτίδων (ουρική αρθρίτιδα, ψευδοουρική αρθρίτιδα), λοιμώδεις νόσοι του μυοσκελετικού συστήματος κ.ά.
Υποτροπιάζουσες ρευματικές παθήσεις είναι εκείνες που διαρκούν ένα χρονικό διάστημα, το οποίο μπορεί να κυμαίνεται από ημέρες μέχρι εβδομάδες ή ακόμα και μήνες, και υποχωρούν για να επανεμφανιστούν εκ νέου έπειτα από εβδομάδες, μήνες ή ακόμη και χρόνια. Ο πιο τυπικός εκπρόσωπος αυτών των ρευματοπαθών είναι οι κρυσταλλογενείς αρθρίτιδες (ουρική ή πυροφωσφωρική)
Χρόνιες ρευματικές παθήσεις είναι εκείνες που διαρκούν χρόνια ή δια βίου. Δυστυχώς, οι περισσότερες ρευματικές παθήσεις είναι χρόνιες, είτε μιλάμε για εκφυλιστικού τύπου ρευματοπάθειες (Οστεοαρθρίτιδα, Εκφυλιστική Σπονδυλαρθροπάθεια κ.α.) είτε για τις «τυπικές» φλεγμονώδους τύπου ρευματοπάθειες (ρευματοειδής, ψωριασική αρθρίτιδα, ομάδα των οροαρνητικών σπονδυλαρθροπαθειών κ.α.) είτε για μεταβολικές (οστεοπόρωση, προσβολή μυοσκελετικού συστήματος στα πλαίσια του Σακχαρώδη Διαβήτη ή Θυροειδοπαθειών κ.ά.). Αυτές οι ρευματοπάθειες χρίζουν συστηματικής θεραπείας και συνεχούς ιατρικής παρακολούθησης.
Συμπτώματα και τα κλινικά σημεία των ρευματικών παθήσεων
Με τα Συμπτώματα μιας πάθησης εννοούμε τα υποκειμενικά ενοχλήματα, τα συμπτώματα που αισθάνεται ο ίδιος ο ασθενής. Τα κλινικά σημεία μιας πάθησης, αντίθετα, είναι τα αντικειμενικά ευρήματα, τα ευρήματα που διαπιστώνει ο θεράπων γιατρός κατά την κλινική εξέταση του ασθενούς. Σε ορισμένες παθήσεις αυτά τα σημεία είναι οφθαλμοφανή ή εντυπωσιακά, ώστε μπορεί να τα παρατηρήσει και ο ίδιος ο ασθενής - π.χ. η διόγκωση, δηλ. το πρήξιμο μιας άρθρωσης, η ερυθρότητα της , διάφορα δερματικά ή βλεννογόνια εξανθήματα, ερυθρότητα των οφθαλμών κ.λπ.
Συμπτώματα των ρευματικών παθήσεων
Οι ρευματικές παθήσεις είναι πολλές, περίπου 200, και τα συμπτώματά τους ποικίλλουν. Κοινό χαρακτηριστικό πολλών ρευματικών παθήσεων είναι η παρουσία φλεγμονής στις αρθρώσεις, σε άλλη θέση του μυοσκελετικού συστήματος ή σε άλλα όργανα. Έτσι όχι μόνο τα συμπτώματα αλλά και τα κλινικά σημεία των παθήσεων αυτών έχουν συχνά σχέση με τη φλεγμονή.
Τα κοινά συμπτώματα αυτών των παθήσεων είναι: Ο Πόνος -ανάλογα με τη μορφή και την εντόπιση της πάθησης μπορεί να αφορά αρθρώσεις, τένοντες, ορογόνους θυλάκους, μυς, οστά, τη οσφύ ή τον αυχένα.
Η Δυσκαμψία των αρθρώσεων - δυσκολία στην κίνηση αυτών και ιδιαίτερα μετά από ανάπαυση ή ακινησία. Η σοβαρότητα και η διάρκεια της δυσκαμψίας είναι πολύ χρήσιμες στη διάκριση μεταξύ ορισμένων ρευματικών παθήσεων. Η πρωινή δυσκαμψία π.χ. είναι ένα κοινό χαρακτηριστικό όλων των φλεγμονωδών ρευματικών παθήσεων και έχει διάρκεια μεγάλη, πάνω από μισή ώρα. Αντίθετα, η έντονη δυσκαμψία μετά από ακινησία, που όμως διαρκεί μόνο λίγα λεπτά της ώρας, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της οστεοαρθρίτιδας. Περιορισμός των κινήσεων των αρθρώσεων, της μέσης ή του αυχένα.
Στις φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις μπορεί να εμφανιστούν επιπλέον: Γενικά συμπτώματα, όπως πυρετός, καταβολή δυνάμεων και αίσθημα κακουχία ή τα συμπτώματα από τις εξωαρθρικές ανατομικές δομές.
Όταν, εκτός από το μυοσκελετικό σύστημα, έχουν προσβληθεί από τη ρευματική πάθηση και άλλα όργανα ή συστήματα, μπορεί ο ασθενής να παρουσιάζει (συνήθως σε συνδυασμό με πόνους στο μυοσκελετικό σύστημα) και διάφορα άλλα συμπτώματα, όπως εξανθήματα με ή χωρίς κνησμό (φαγούρα), εξελκώσεις στο στόμα, κοκκίνισμα ή πόνο στα μάτια, ξηροφθαλμία που εκδηλώνεται με την αίσθηση ότι υπάρχει ξένο σώμα ή σκόνη μέσα στα μάτια, ξηροστομία, τριχόπτωση, κεφαλαλγία, βήχας, δύσπνοια, κοιλιακά άλγη, αιμωδίες (μουδιάσματα) άνω και κάτω άκρων κ.λπ.
Κλινικά σημεία των ρευματικών παθήσεων
Τα συνηθέστερα κλινικά σημεία των ρευματικών παθήσεων είναι: Οίδημα, δηλ. πρήξιμο, ή διόγκωση μιας ή περισσότερων αρθρώσεων. Τα χαρακτηριστικά της διόγκωσης αυτής είναι πολύ χρήσιμα στη διάγνωση των ρευματικών παθήσεων ιδικά, όταν αυτή οφείλεται σε οίδημα μαλακών μορίων ή σε συλλογή φλεγμονώδους αρθρικού υγρού μέσα στην άρθρωση. Τότε πιθανότατα πρόκειται για κάποια από τα φλεγμονώδους ρευματικές πάθησης, όπως είναι π.χ. η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ψωριασική αρθρίτιδα κ.ά.
Ευαισθησία στην πίεση των αρθρώσεων που έχουν προσβληθεί από την πάθηση.
Απώλεια του εύρους των κινήσεων των αρθρώσεων ή της περιοχής του μυοσκελετικού συστήματος που έχουν προσβληθεί από την πάθηση.
Παραμόρφωση. Στην οστεοαρθρίτιδα ή σε προχωρημένα στάδια φλεγμονωδών ρευματικών παθήσεων, που δεν έχει γίνει έγκαιρη διάγνωση ή/και ορθή θεραπευτική παρέμβαση, μπορεί να αναπτυχθούν παραμορφώσεις των αρθρώσεων που έχουν προσβληθεί από τις παθήσεις αυτές.
Ερυθρότητα, (κοκκίνισμα), στις αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί παρατηρείται σε ορισμένες φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις, όπως π.χ. στις λεγόμενες κρυσταλλογενείς αρθρίτιδες (ουρική αρθρίτιδα, ψευδοουρική αρθρίτιδα), στη λοιμώδη αρθρίτιδα (την αρθρίτιδα που οφείλεται σε μικροβιακούς παράγοντες), στο ρευματικό πυρετό κ.ά.
Θερμότητα, δηλ. αύξηση θερμοκρασίας στην περιοχή της προσβεβλημένης άρθρωσης παρατηρείται συχνά στις φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις.
Συχνότητα των ρευματικών παθήσεων στο γενικό πληθυσμό της Ελλάδος
Το Ελληνικό Ίδρυμα Ρευματολογίας, με τη συνεργασία πολλών γιατρών ρευματολόγων, πραγματοποίησε την πρώτη πανελλήνια επιδημιολογική έρευνα για τις ρευματικές παθήσεις στο γενικό πληθυσμό ενηλίκων της χώρας μας.
Οι ρευματικές παθήσεις προσβάλλουν το 26,9% των ενηλίκων- ένας στους 4 ενήλικες παρουσιάζει κάποια ρευματική πάθηση. Συνολικά, 2.345.000 Έλληνες ενήλικες πάσχουν από ρευματικές παθήσεις με τις γυναίκες να προσβάλλονται σημαντικά συχνότερα από ότι οι άνδρες, αφού 33,7% των ενήλικων γυναικών (συνολικά 1.497.000) και 19,9% των ενήλικων ανδρών (συνολικά 848.000) πάσχουν από ρευματική πάθηση.
Η συχνότητα των ρευματικών παθήσεων αυξάνει σημαντικά με την ηλικία από 4% στην ηλικιακή ομάδα των 19-28 ετών σε 52% στην ομάδα των 69 ετών και πάνω.
Η συχνότητα κατανομής των έξι μεγάλων ομάδων των ρευματικών παθήσεων στο γενικό πληθυσμό:
Συμπτωματική οστεοαρθρίτιδα των περιφερικών αρθρώσεων: 8% των ενηλίκων. Αν συνυπολογιστεί και η συμπτωματική οστεοαρθρίτιδα που εντοπίζεται στην σπονδυλική στήλη (είναι γνωστή και ως εκφυλιστική σπονδυλαρθροπάθεια) η συχνότητα της συμπτωματικής οστεοαρθρίτιδας συνολικά ανέρχεται στο επίπεδο του 13,1% των ενηλίκων.
Οσφυαλγία: 11% των ενηλίκων και η Αυχεναλγία: 4,8% των ενηλίκων.
Ομάδα διαφόρων ρευματικών παθήσεων (περιλαμβάνεται και η συμπτωματική οστεοπόρωση): 4,4% των ενηλίκων.
Παθήσεις εξωαρθρικού ρευματισμού: 4,3% των ενηλίκων.
Φλεγμονώδεις ρευματικές παθήσεις: 2,1% των ενηλίκων.
Η οστεοπόρωση είναι πάθηση που προσβάλλει κατ’ εξοχήν τις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση και συνήθως είναι ασυμπτωματική. Στα πλαίσια της πανελλήνιας επιδημιολογικής έρευνας για τις ρευματικές παθήσεις στο γενικό πληθυσμό ενηλίκων της χώρας μας, πραγματοποιήθηκε ξεχωριστή μελέτη για τη συχνότητα της οστεοπόρωσης σε γυναίκες ηλικίας 50 ετών και πάνων χρησιμοποιώντας τη μέτρηση της οστικής πυκνότητας στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Στη μελέτη αυτή βρέθηκε ότι 28,4% των γυναικών ηλικίας 50 ετών και πάνω πάσχουν από οστεοπόρωση. Οι γυναίκες, που βρέθηκε ότι είχαν οστεοπόρωση, στη συντριπτική τους πλειοψηφία (σε ποσοστό 76%) δεν το γνώριζαν και επομένως δεν υποβάλλονταν σε σχετική θεραπεία.
Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ανάγκη της ενημέρωσης των γυναικών και της ευρείας εφαρμογής των μέτρων πρωτογενούς πρόληψης, καθώς επίσης της έγκαιρης και προσυμπτωματικής διάγνωσης της οστεοπόρωσης με σκοπό την αποφυγή του οστεοπορωτικού κατάγματος.
Οι επιπτώσεις
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτά τα νοσήματα έχουν και άλλες ιδιαίτερα σημαντικές επιπτώσεις στον πάσχοντα. Όχι μόνο τα συμπτώματα όπως ο πόνος, η δυσκαμψία, το διόγκωση των αρθρώσεων, η απώλεια ενέργειας και βάρους, ακόμη και η αναιμία και ο πυρετός, αλλά και σημαντικές ψυχικές και κοινωνικές επιπτώσεις στον ασθενή καθώς και να επηρεάσουν την προσωπική, την οικογενειακή, την επαγγελματική και την κοινωνική του ζωή.
Έτσι, μελέτες δείχνουν ότι οι μυοσκελετικές νόσοι έχουν μεγαλύτερη επίπτωση στην ποιότητα ζωής από οποιαδήποτε άλλη νόσο, συμπεριλαμβανομένων των ψυχιατρικών, των καρδιαγγειακών, των ενδοκρινολογικών, των αναπνευστικών και των νεφρολογικών νόσων, ακόμα και του καρκίνου. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, ο μέσος ασθενής με ρευματοειδή αρθρίτιδα, αν η πάθησή του δεν ελέγχεται σωστά, θα έχει περίπου μία εβδομάδα το μήνα ελαττωμένης δραστηριότητας και περίπου τρεις μέρες το μήνα δε θα μπορεί να εργαστεί. Επίσης, σε ποσοστό περίπου 20% ασθενείς με τη συγκεκριμένη νόσο, πριν οι θεραπείες γίνουν ιδιαίτερα αποτελεσματικές όπως τώρα, έχαναν τη δουλειά τους μέσα στον πρώτο χρόνο, ενώ σχεδόν το 80% την πρώτη πενταετία.
Η αντιμετώπιση
Η ρευματολογία είναι μια ειδικότητα που κινείται ταχύτατα. Είναι ένα από τα εξαιρετικά παραδείγματα που δείχνουν πώς η επιστήμη και η πρόοδος της γνώσης μέσω της βιοϊατρικής, της ψυχικής και της κοινωνικής έρευνας μπορούν να μεταφερθούν στην καθημερινή κλινική πράξη.
Ενημέρωση του πληθυσμού είναι σημαντικό βήμα με στόχο την εντόπιση και έγκαιρη αντιμετώπιση ρευματολογικών νοσημάτων.
Μερικές από τις στρατηγικές πρόληψης για το γενικό πληθυσμό συμπεριλαμβάνουν τη φυσική άσκηση, τη διατήρηση του ιδανικού βάρους, την ισορροπημένη δίαιτα και την αποφυγή του καπνίσματος και της κατανάλωσης μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ. Επίσης, για τους εργαζομένους, είναι χρήσιμο να προωθηθούν καλές συνήθειες στο χώρο εργασίας και να ενταθεί η πληροφόρηση σε επίπεδο τόσο κοινού όσο και ατομικό. Αυτά ασφαλώς είναι καλά για τη γενική υγεία κάθε ατόμου και όχι μόνο για το μυοσκελετικό σύστημα.
Τέλος, εφ όσον υπάρχουν συμπτώματα που αφορούν στο μυοσκελετικό σύστημα, δεν πρέπει απλώς να ανέχονται και αγνοούνται, αλλά διερευνούνται και, θεραπεύονται.
Η θεραπεία ρευματολογικών νοσημάτων είναι πολύπλοκη και πολυπαραγοντική. Σε καλά ανεπτυγμένα και οργανωμένα συστήματα παροχής υπηρεσιών υγείας και σε εξοπλισμένα τμήματα η ρευματολογία είναι μια ειδικότητα που περιλαμβάνει τη στενή συνεργασία του ιατρού όχι μόνο με τον ασθενή, αλλά και με πολλές άλλες ειδικότητες παροχής υπηρεσιών υγείας, π.χ. ακτινολόγους, φυσιοθεραπευτές, εργασιοθεραπευτές, ποδιάτρους, διαιτολόγους, κλινικούς ψυχολόγους, χειρούργος κ.ά.
Τις τελευταίες μία - δύο δεκαετίες έχουν γίνει τεράστια βήματα στη θεραπεία πολλών νοσημάτων από αυτά, κυρίως των φλεγμονωδών παθήσεων, της οστεοπόρωσης και μερικών από τις συστηματικές νόσους, με αποτέλεσμα τώρα πλέον να είμαστε ικανοί στην πλειονότητα των πασχόντων να τα ελέγχουμε πολύ πιο αποτελεσματικά απ’ ότι στο παρελθόν, με θεαματικά αποτελέσματα όσον αφορά όχι μόνο στον έλεγχο των συμπτωμάτων των ασθενών (πόνου και της δυσκαμψίας), αλλά επίσης και στην πρόληψη μόνιμης βλάβης στις αρθρώσεις και στην αύξηση της λειτουργικότητας μακροπρόθεσμα.
ΥΠΕΡΗΧΟΣ ΩΣ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΡΕΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Τα τελευταία χρόνια έχουν συμβεί συνταρακτικές εξελίξεις στο χώρο της Ρευματολογίας. Εκτός από την επαναστατική χρήση των βιολογικών παραγόντων στη θεραπευτική των ρευματικών νοσημάτων, η εφαρμογή της υπερηχογραφίας στο μυοσκελετικό σύστημα αποτελεί αντίστοιχα σημαντική εξέλιξη. Βοηθά στη διάγνωση και διαφοροδιάγνωση των διαφόρων κλινικών συνδρόμων, την βαθμονόμηση της ενεργότητας της φλεγμονής, την παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία αλλά και τη βελτίωση της ακρίβειας των εγχύσεων-παρακεντήσεων και των άλλων επεμβατικών πράξεων στην καθημερινή ρευματολογική κλινική πράξη.
Αποτελεί μέθοδο αναίμακτη, χωρίς καμία ακτινοβολία, δυναμική, σε πραγματικό χρόνο διενεργούμενη που πραγματοποιείται δίπλα στην εξεταστική κλίνη δίνοντας στο γιατρό τη δυνατότητα άμεσης σύνδεσης του ιστορικού και των κλινικών ευρημάτων με τα υπερηχογραφικά ευρήματα. Η συνεχής εξέλιξη του λογισμικού και της τεχνολογίας των μηχανημάτων επιτρέπει τη συνεχή βελτίωση της εικόνας σε σημείο που η υπερηχογραφία να συγκρίνεται, όσον αφορά τη διαγνωστική δυνατότητα, με πολύ πιο ακριβές ή ιονίζουσες μεθόδους όπως η μαγνητική και αξονική τομογραφία.
Χαρεί σε αυτήν την μέθοδο δύναται να εξεταστεί άμεσα, ασφαλώς και εύκολα το μεγαλύτερο μέρος του μυοσκελετικού συστήματος (πλην της Σπονδυλικής στήλης) χωρίς περιττή ακτινοβολία και εφαρμογή χρονοβόρων και δαπανηρών εξετάσεων (είτε σε βάρος του ασθενή είτε των ασφαλιστικών ταμείων).

ΓΙΑΣΝΑ ΓΙΟΚΙΤΣ ΚΑΚΑΒΟΥΛΗ - ΡΕΥΜΑΤΟΛΟΓΟΣ ΚΑΤΕΡΙΝΗ - ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ ΚΑΤΕΡΙΝΗ
Περιγραφή
Επικοινωνία
Διεύθυνση:
ΣΟΛΩΜΟΥ 10, 60100 -
Κατερίνη
Τηλέφωνο: 2351079839Κινητό:
6945682803E-mail: giasnagiokic@yahoo.comΥπεύθυνος: ΓΙΑΣΝΑ ΚΑΚΑΒΟΥΛΗ
Περισσότερα αποτελέσματα
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία του χρήστη. Με τη χρήση του ιστοτόπου, συμφωνείτε με την χρήση των cookies.